ΕΙΝΑΙ ΕΡΩΤΑΣ !

Μιλούν για το blues
οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι
τής παληάς και νέας γενιάς τής εγχώριας blues σκηνής

BLUES WIRE,
THE BLUES CARGO BAND,
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΓΙΑΡΕΛΗΣ













Μέσα από τις ατέλειωτες φυτείες τού αμερικάνικου νότου μπορούσε κάποιος τα βράδυα να ακούσει τα τραγούδια των σκλάβων, όταν μετά την εξαντλητική τους εργασία, συγκεντρώνονταν και τραγουδούσαν υποβοηθούμενοι από τους ήχους αυτοσχέδιων τυμπάνων, που γρήγορα όμως οι δουλέμποροι κατάργησαν, φοβούμενοι, ότι με αυτό τον τρόπο ίσως οι σκλάβοι κατάφερναν να αναπτύξουν κάποιο σύστημα επικοινωνίας και συνωμοτήσουν, ώστε να εξεγερθούν.
Τα αυτοσχέδια αυτά τραγούδια των σκλάβων, αντανακλούσαν λύπη και απόγνωση καταπιεσμένων ανθρώπων. Τα παιδιά των σκλάβων, που γεννήθηκαν μέσα στις αφιλόξενες φάρμες, έγιναν οι πρώτοι μουσικοί και τραγουδιστές τής blues μουσικής: Charlie Patton, Robert Johnson, Willie Dixon, Magic Sam, Bo Diddley, Sonny Boy Williamson II, Howlin' Wolf, Muddy Waters, John Lee Hooker και B.B. King από την περιοχή τού Μισσισσιππή, Jimmy Witherspoon από το Αρκάνσας, Blind Willie McTell and Tampa Red από τη Τζόρτζια, Leadbelly, Memphis Minnie, Little Walter από τη Λουιζιάνα κ.ά..

Ο κόσμος τού blues, οι άνθρωποι που το γέννησαν και το ανέθρεψαν, σίγουρα δεν μπορούν να καταταχτούν στους «clean cut americans», τους «οικογενειάρχες-πατριώτες» με άλλα λόγια. Ο κόσμος τού blues ήταν εξαιρετικά περιθωριοποιημένος, αποστασιοποιημένος από την πολιτική τής εποχής, με τις προκλητικές διακρίσεις σε βάρος του και την ταμπέλα τού «second class citizen», που υποδήλωνε όλα τα παραπάνω. Ένας κόσμος, με χαμένη ταυτότητα στη νέα γη που τον έσυραν, φρόντιζε μονάχα να επιβιώσει, να βγάλει τη μέρα, να ξεγελάσει την πείνα και τη στέρηση.
Το blues δεν είναι απλά ένα είδος μουσικής, αλλά κουλτούρας, που εμπεριέχει πολλά στοιχεία, που αφορούν στις σχέσεις των ανθρώπων, τη δομή των κοινωνικών τάξεων, τον έρωτα, την εργασία, τον τρόπο, που κάποιος βιώνει την ίδια τη ζωή. Το blues, έχει τη δική του μυθολογία. Οι θρύλοι και παραδόσεις των αφροαμερικανών σκλάβων, που στη συνέχεια αναμείχθηκαν με τους θρύλους και τις παραδόσεις των λευκών, δημιούργησαν όχι μόνον αυτή τη νέα κουλτούρα, αλλά και μια νέα γλώσσα, που τη συναντάμε σχεδόν σε κάθε blues τραγούδι.
Ταξίδι στο χρόνο, που λειτουργεί λυτρωτικά, γιατί σε κάνει να ξεχάσεις, πως έξω από αυτόν, υπάρχει το σκυλάδικο, ο καρσιλαμάς, η «τουρκολογιά και το  βαλκανιλίκι», απαραίτητα συστατικά για τη διατροφή - διαστροφή τού ρωμιού κάφρου, ένα είδος, που, δυστυχώς, ευδοκιμεί στις μέρες μας.

Βlues Wire συνοδεύουν
τον αξέχαστο Louisiana Red.
Blues Cargo, Sweet Home Chicago (Syros),
από συναυλία στην Ερμούπολη.

Στη Ρωμιοσύνη των μπουζουκοτράγουδων, στη χώρα των πρωϊνάδικων, των ροζ καλλιτεχνών, των παρ' ολίγον ανδρών και των τυλιγμένων με τη ζελατίνη τής φτήνιας «αστέρων» τής tv, πόσο δύσκολο είναι να γίνει το blues σα μουσικό ιδίωμα ευρύτερα γνωστό;

Γι΄αυτά, αλλά και γι΄άλλα θέματα μίλησαν στην «Ελεύθερη Έρευνα» οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι τής εγχώριας blues σκηνής. Οι διαχρονικές αξίες: Ηλίας Ζάικος (κιθάρα, φωνή, Blues wire), Δημήτρης Ιωάννου (φωνή, μπάσο) και Στέλιος Ζαφειρίου (κιθάρα, The blues cargo band), αλλά κι ένας ταλαντούχος κιθαρίστας, εκπρόσωπος τής νέας γενιάς μπλουζιστών, ο Γρηγόρης Γιαρέλης των Congo Square Blues Band.










The blues cargo band


Ένα από τα μακροβιότερα, πλέον δημοφιλή και αξιόλογα συγκροτήματα στη χώρα μας.
Όλα ξεκίνησαν από μια ανοικτή συναυλία στο γήπεδο τού Αμύντα, το 1984.
Ο Δημήτρης Ιωάννου, που τότε έπαιζε με τους Blues united musicians, γνωρίζει τον Στέλιο Ζαφειρίου και με κοινό γνώμονα την αγάπη τους για την blues έκφραση, φτιάχνουν τους Juke blues.
Στην πορεία τού χρόνου, αναγνωρίζονται σαν μια από τις πιο σημαντικές blues μπάντες τής Αθήνας και διευρύνουν τον ορίζοντά τους συνοδεύοντας πολλούς γνωστούς αμερικανούς καλλιτέχνες τού είδους. 



«Ε.Ε.»: Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο μουσικό  ιδίωμα, το blues, αντί για κάποιο άλλο;

Δημήτρης Ιωάννου (The blues cargo band): Δεν το διάλεξα εγώ, το blues διάλεξε εμένα. Όταν άκουσα για πρώτη φορά αυτή τη μουσική, μού έκανε ιδιαίτερη αίσθηση. Mού δημιούργησε ένα ιδιαίτερο συναίσθημα και ορμώμενος απ’ αυτό, ξεκίνησα να παίζω μουσική, επειδή άκουσα blues.

Στέλιος Ζαφειρίου (The blues cargo band): Για μένα, αυτή η μουσική έχει πάρα πολλή μεγάλη δύναμη, που δεν υπάρχει πουθενά αλλού.

Ηλίας Ζάικος (Blues Wire): Δεν τίθεται ακριβώς ζήτημα επιλογής. Αυτά τα πράγματα λειτουργούν εν πολλοίς, όπως ο έρωτας. Σε βρίσκουν κατακέφαλα και δεν επιδέχονται αναλύσεων μέσω τής λογικής. Όταν είσαι αθάνατος 20άρης και βάζεις στην εξίσωση των επιλογών σου «ζυγαριές» διαφόρων μεγεθών και ποιοτήτων στη σχέση σου με την τέχνη, μάλλον κάτι κάνεις στραβά...








Blues wire

Ο Ηλίας Ζάικος διαβαίνει τα μονοπάτια των Muddy Waters, Howling Wolf και T-Bone Walker ήδη από το 1983, όταν έστησε το πρώτο blues συγκρότημα στην Ελλάδα, τους Blues gang.
Καταξιώθηκαν σαν μια από τις πιο αξιόλογες blues μπάντες τής Ευρώπης, κάνοντας τη μυθική Katie Webster να δηλώσει, πως οι Blues wire είναι το καλύτερο γκρουπ τού είδους σε όλη την Ευρώπη.


«Ε.Ε.»: Το blues είναι μία μουσική με πλούσια ιστορία μιας και καταγράφει ανθρώπινες συμπεριφορές. Ξεκίνησε από το δουλεμπόριο των μαύρων σκλάβων και τη μεταφορά τους στις φυτείες τού αμερικάνικου νότου. Αυτό, πλέον δεν υφίσταται, τουλάχιστον με τη μορφή, που υπήρχε πριν. Πόσο αυτό σχετίζεται με την εξέλιξη αυτής τής μουσικής;

Η.Ζ.: Ακριβώς, όπως το λέτε: «Δεν υφίσταται, τουλάχιστον με τη μορφή, που υπήρχε πριν». Ο ρατσισμός και η αδικία σήμερα έχουν άλλες μορφές κι εκφράζονται μέσα από κατ' επίφαση δημοκρατικά καθεστώτα και δυτικού τύπου υγιείς -κατ' όνομα- κοινωνίες, όμως υπάρχουν και κάποιες φορές εκφράζονται με αδυσώπητη σκληρότητα κι ανηθικότητα.

Το blues είχε πάντα την ικανότητα να μπολιάζει και να μπολιάζεται από τις κατά καιρούς αλλαγές στη μουσική -αλλά και την πολιτιστική εν γένει- σκηνή, κι αυτή ακριβώς η «αρετή» του είναι, που το κρατά στην επικαιρότητα. Δεν μένει αμέτοχο στα όσα συμβαίνουν στον κόσμο και τούτο, σε συνδυασμό με την αγγλική γλώσσα, το καθιστούν παγκόσμιο. Πιστεύω, πως παρ' όλες τις αλλαγές, που παρατηρούνται στον ήχο και την αισθητική του, θα παραμείνει εσαεί.

Δ.Ι.: Υπάρχουν οι παλαιού τύπου μορφές δουλείας, αλλά όλοι σίγουρα σε κάποια δουλεία είμαστε και στις μέρες μας. Η δουλεία ποτέ δεν έπαψε...

Σ.Ζ.: Κάθε μουσική, από τη στιγμή, που γίνεται λαϊκή, που πιάνει λαϊκά στρώματα, εξελίσσεται και υπάρχει με άλλες μορφές. Το ρεμπέτικο για παράδειγμα, ξεκίνησε, αλλά σταμάτησε να παράγεται. Έχουν εκλείψει και τα λούμπεν στοιχεία, που είχε. Δεν υπάρχουν πλέον. Έτσι, δεν γεννιέται, δεν φτιάχνεται ρεμπέτικο τραγούδι σήμερα.

Το blues αντίθετα, ρίζωσε και συνέχισε να εξελίσσεται παράλληλα με τα γεγονότα. Στο blues μέσα μπήκαν οι λευκοί, τού έδωσαν μορφή, τού έδωσαν δωδεκάμετρο, το ένταξαν σε μια παρτιτούρα, επιβίωσε και σήμερα πάρα πολλοί γράφουν blues κομμάτια όχι απαραίτητα για τη δουλεία, αλλά με προεκτάσεις κοινωνικές, με στίχο κοινωνικό, για προβλήματα πολιτικά και διάφορα τέτοια.

Straight tequila από τον καινούριο δίσκο
των Blues Cargo, Delayed delivery.
Blues Wire,
Folsom prison blues
.

«Ε.Ε.»: Στη Ρωμιοσύνη τού καρσιλαμά, τής τουρκολογιάς και τού σκυλάδικου, στη χώρα των πρωϊνάδικων, των ροζ καλλιτεχνών, των παρ' ολίγον ανδρών και των τυλιγμένων με τη ζελατίνη τής φτήνιας «αστέρων» τής tv, πόσο δύσκολο είναι να γίνει το blues σα μουσικό ιδίωμα ευρύτερα γνωστό;

Η.Ζ.: Αδύνατο θάλεγα... Εκείνο, που νομίζω θά΄πρεπε να μάς απασχολεί σε πρώτη φάση, είναι, πως θ' αλλάξουμε την εικόνα τού τόπου μας, όπως την περιγράφετε κι αυτά είναι, όπως γνωρίζετε, ζητήματα βαθύτερης και ουσιαστικής παιδείας.

Σ.Ζ.: Πόσο δύσκολο, να γίνει το blues γνωστό εδώ; Όσο πατάει η γάτα (γέλια)...

Δ.Ι.: Νομίζω είναι το αντίθετο. Όσο πατάει ο ελέφαντας (γέλια...) Τόσο δύσκολο είναι! Δεν βοηθιέται κι από τα Μ.Μ.Ε., δεν ακούγεται πουθενά. Εγώ πιστεύω, ότι σε ένα ποσοστό ανθρώπων, που θα τύχει να ακούσουν αυτή τη μουσική, δεν μπορεί να μην τους κάνει κλικ. Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη.

Σ.Ζ.: Ένα «φιλοσοφικό» ερώτημα: Οι άνθρωποι κάνουν τις δισκογραφικές ή οι δισκογραφικές τους ανθρώπους; Εγώ νομίζω, ότι ισχύουν και τα δυο μαζί σαν το αυγό και την κότα, αλλά τον πρώτο λόγο τον έχουν τα Μ.Μ.Ε.. Δηλαδή, ό,τι προβάλουν αυτά, αυτό θα ακολουθήσει, δυστυχώς, κι ο κόσμος.

«Ε.Ε.»: Ακόμα και σήμερα, στην εποχή τού internet;

Σ.Ζ.: Όπως είπε κι ο Δημήτρης, θα πρέπει να πάρεις ένα έναυσμα. Εάν δεν πάρεις το έναυσμα, δεν ψάχνεις κι όλας.

Δ.Ι.: Να ακούσεις π.χ. Albert King. Να πεις: α..., Albert King, τι ειναι αυτός; Να τον ψάξεις στο youtube. Εμείς, γιατί ξεκινήσαμε να παίζουμε blues; Eγώ για παράδειγμα, άκουσα ένα δίσκο τού Junior Wells & Buddy Guy.

Σ.Ζ. Υπήρχαν κάποιες εκπομπές παλιά στα Μ.Μ.Ε., που έβαζαν blues, όπως ο Πετρίδης στο ραδιόφωνο, για παράδειγμα. Πιστεύω, πως ήταν πιο ζεστός ο κόσμος στο να ακούσει, να κατανοήσει και να διαλέξει. Σήμερα, τα πράγματα είναι απρόσωπα. Η πληροφορία είναι τόσο πλούσια, τόσο μεγάλη, που δεν προλαβαίνει να ξεκαθαρίσει. Αλλά και πάλι, μέσα στη μεγάλη πληροφορία, αυτή η μουσική δεν προωθείται.

Blues Wire,
Black magic woman.
If troubles was money,
Blues Cargo live at Half note jazz club.


«Ε.Ε.»: Ασχολείσθε με το blues για βιοπορισμό ή ερασιτεχνικά;

Σ.Ζ.: Το blues απαιτεί πολλές ώρες μελέτης. Κατά συνέπεια, πρέπει να αφιερώσεις πολλές ώρες από την καθημερινότητά σου, για να μελετήσεις αυτό το μουσικό ιδίωμα, ώστε να ανταποκριθείς σωστά. Για να μιλήσω προσωπικά, για ένα διάστημα προσπάθησα να το κάνω αυτό, διαπίστωσα όμως, ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο. Πρέπει να είσαι πάρα πολύ τυχερός, ειδικά εδώ στην Ελλάδα. Καταρχήν δεν έχεις κοινωνική ασφάλεια. Ως ένα βαθμό, έκανα κι άλλα πράγματα, για να ζήσω. Σίγουρα, δεν γίνεται να ζήσεις από το blues στην Ελλάδα. 

Η.Ζ.: Ανήκω στους τυχερούς, που κερδίζουν χρήματα κάνοντας κάτι, που αγαπάνε. Τώρα, αν αυτά τα χρήματα είναι αρκετά για μιά αξιοπρεπή ζωή, αυτή είναι μια άλλη θλιβερή ιστορία...

«Ε.Ε.»: Σε τι έχει αλλάξει το εγχώριο ακροατήριο σε σχέση με το παρελθόν, από τότε, που ξεκινήσατε εσείς δηλαδή, να παίζετε blues;

Η.Ζ.: Έχει προσθέσει κάποια γνώση, εμπλουτίστηκε με νέες γενιές ανθρώπων, που έχουν γρήγορη κι εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες. Ο μέσος έλληνας όμως, θαρρώ, παραμένει αδιάφορος απέναντι στον μουσικό, πολλάκις δε και αγενέστερος τού παρελθόντος, καθότι για τους περισσότερους, οι όποιες γνώσεις έχουν επιφανειακό χαρακτήρα.

Δ.Ι.: Αυτό που νοιώθω εγώ, είναι, ότι έχει στενέψει το κοινό τού blues. Δεν είναι τόσο ευρύ όσο ήταν παλιά. Θα μου πεις, πώς το κρίνεις αυτό; Βλέποντας για παράδειγμα σε μια συναυλία με διάφορους σημαντικούς μουσικούς (που δεν γίνονται πια πάρα πολλές), ότι ο κόσμος μαζεύεται. Θυμάμαι, έπαιζε ο Fernece Arcenaux από τη Λουιζιάνα, που δεν τον ξέρει ούτε η μάνα του και γέμιζε ο Λυκαβηττός. Δεν συζητάω για άλλους γνωστούς, για τον John Mayal π.χ., που γινόταν χαμός. Τώρα, δεν φέρνουν τέτοια ονόματα σε τέτοιους χώρους πλέον. Αλλά και σε μικρότερους χώρους, αν φέρουν κάποιο μεγάλο όνομα, δεν βλέπεις τέτοια συγκέντρωση κόσμου, όπως ήταν παλιά. Νομίζω, ότι έχει στενέψει ο κύκλος, έχει μικρύνει το ακροατήριο. Αυτή είναι η δική μου αίσθηση και άποψη.

Σ.Ζ.: Εγώ δεν νομίζω, ότι έχει λιγοστέψει το κοινό. Απλά, έχουν ακουστεί πλέον πάρα πολλά πράγματα. Δεν είναι διψασμένο το κοινό όσο ήταν τη δεκαετία τού ’80. Σήμερα, υπάρχει πολλή πληροφορία σε συνδυασμό με αυτό που είπα πριν, το ότι δεν προλαβαίνει ο άνθρωπος να την επεξεργαστεί.

Αυτό που βλέπω σαν αλλαγή είναι, ότι ο κόσμος μού φαίνεται σαν βαριεστημένος πια. Δεν έχει κέφια, να διασκεδάσει, να περάσει καλά.

«Ε.Ε.»: Λόγω τής κρίσης;

Σ.Ζ.: Δεν μιλάω μόνο για τα δυο τελευταία χρόνια. Αυτό, το βλέπω να γίνεται σταδιακά από το ΄80, μέχρι εδώ, που φτάσαμε σήμερα. Προτιμώ μερικές φορές να βγαίνω να παίζω στην επαρχία, παρά στην Αθήνα.

«Ε.Ε.»: Τι σάς εμπνέει, όταν γράφετε ένα τραγούδι;

Η.Ζ.: Τα μέσα μου, τα γύρω μου... Μια ματιά, ένας πόνος, εικόνες, συναισθήματα, ιστορίες...

Δ.Ι.: Όταν γράφω, ξεκινάω πρώτα από τα στιχάκια, από κάποιο θέμα. Πολλές φορές τα θέματα είναι προσωπικά, άλλες φορές φανταστικά, που έχουν όμως ρίζες σε επιθυμίες, που μπορεί να είχα ή να έχω εγώ. Ξεκινάω να γράψω κάτι από τα λόγια και πάνω εκεί προσπαθώ να κολλήσω τη μουσική, που θα ταίριαζε. Καμμιά φορά γίνεται και το ανάποδο. Υπάρχει κάποια μουσική, που πάνω της μπορεί να ταιριάζω κάποια στιχάκια. Τα περισσότερα όμως, είναι βιωματικά. Πράγματα, που έχω ζήσει, που ζω ή που θα ήθελα να ζήσω.  

«Ε.Ε.»: Πως νιώθετε, όταν ανεβαίνετε στη σκηνή; Τι είδους συναισθήματα γεννιούνται εκείνες τις στιγμές;

Δ.Ι.: Πάντοτε αισθάνομαι γυμνός, γιατί είναι τέτοια η μουσική αυτή. Αισθάνομαι, ότι με αυτή τη μουσική είναι πάρα πολύ δύσκολο να κοροϊδέψεις αυτόν, που είναι από κάτω. Δεν έχεις κάτι να τού δείξεις πέρα από αυτό, που έχεις μέσα σου και προσπαθείς να το βγάλεις και το οποίο αν είναι ψεύτικο, φαίνεται.

Η.Ζ.: Κατά κανόνα, όταν ανεβαίνω στο πάλκο, κλείνω την πόρτα πίσω μου. Η κιθάρα και τα τραγούδια είναι ο κόσμος μου. Όταν δε νοιώθω, πως επιτελείται ένα μοίρασμα συναισθημάτων μεταξύ εμού, των υπολοίπων μουσικών και τού ακροατηρίου, τότε είναι σα ν' ανοίγει κάποιο παράθυρο στη μαγεία τής τέχνης κι όλοι μπορούμε να την αντικρύσουμε.
«Ε.Ε.»: Πόσο σημασία έχει ένα καλό και ακριβό όργανο για έναν καλλιτέχνη;

Η.Ζ.: Τα όργανα μπορούν να είναι αντικείμενα θαυμασμού για τεχνικούς λόγους, σε ό,τι με αφορά πάντως, είναι παντελώς αδιάφορο.
Εκείνο που ζητώ απο ένα όργανο είναι να μού γνωρίσει μουσικά μονοπάτια, που δεν έχω διαβεί, να με εκπλήξει, ίσως




Ο Γρηγόρης Γιαρέλης είναι ένας από τους νεότερους, αλλά ήδη καταξιωμένους μπλουζίστες στη χώρα μας. Έχει σπουδάσει κλασική αρμονία, αντίστιξη και φούγκα. Ενώ ήταν 22 ετών κι έπειτα από τρία χρόνια στο πανεπιστήμιο ως φοιτητής κοινωνιολογίας, αποφάσισε, ότι η μουσική θα είναι η ζωή του...



Somebody loan me a dime,
Congo Square Blues Band

«Ε.Ε.»: Γιατί Γρηγόρη, επέλεξες το blues;

- Δεν τέθηκε ζήτημα επιλογής εδώ. Δε θυμάμαι κάποια περίοδο στη ζωή μου, που να μην άκουγα αυτή τη μουσική. Είτε σε πολύ μικρή ηλικία μέσα από δίσκους τού πατέρα μου είτε έπειτα, μέσα από δική μου προσωπική αναζήτηση. Μια παλιά ακουστική και μερικά βινύλια τού Muddy Waters και τού Buddy Guy ήταν κατά κάποιο τρόπο η αφετηρία. The starting point. 
«Ε.Ε: Πώς μπορεί να επιβιώσει ένας καλλιτέχνης τού blues στην Ελλάδα, έξω μάλιστα από τα κυκλώματα;


- Δύσκολα. Μπορεί ένας μουσικός να είναι 110% αφιερωμένος σε αυτό που κάνει, όταν πρέπει να έχει κατά νου άλλους τρόπους, για να βγάλει τα προς το ζην; Έχουμε το φωτεινό παράδειγμα των Blues Wire, αλλά δυστυχώς, είναι η εξαίρεση. Η ελληνική πραγματικότητα για έναν μουσικό τού blues, τον σπρώχνει έξω από τα σύνορα.

«Ε.Ε.»: Πού μπορούμε να σε δούμε;

- Συμμετέχω σε δυο projects. Και τα δυο βρίσκονται μέσα στο blues. Το ένα είναι οι Congo Square Blues Band, το οποίο αισίως κλείνει τα οκτώ χρόνια δραστηριότητας φέτος. Το άλλο σχήμα μου είναι οι Southbound train, στο οποίο έχω και την τύχη να συνεργάζομαι με έναν απο τους σημαντικότερους έλληνες ντράμερς τού blues και ιδρυτικό μέλος των Blues Cargo, τον Στέλιο Γαβριηλίδη. Είναι νεοσύστατο σχήμα και σύντομα θα αρχίσει τις εμφανίσεις.

Για τα επερχόμενα live μας, μπορείτε να ενημερώνεστε από τη σελίδα των Congo Square Blues Band στο facebook και στο myspace, καθώς και από την προσωπική μου σελίδα στο facebook ως Gregg Giarelis




και να με προκαλέσει κάποιες
φορές, να είναι προέκταση τής ψυχής μου, να με βοηθάει να εκφράσω εκείνα που επιθυμώ κι αυτό δεν είναι απαραίτητα συνυφασμένο με ποιότητα κατασκευής κι ακριβές επιλογές υλικών.


Σ.Ζ
.: Σίγουρα, ένα καλό όργανο βοηθάει, αλλά πολλές φορές δεν λέει και πολλά πράγματα σε αυτή τη μουσική. Ο Lurrie Bell για παράδειγμα, είτε πιάσει μια καλή κιθάρα είτε μια άλλη των 100 ευρώ, τον ίδιο ήχο θα βγάλει, τα ίδια πράγματα θα παίξει.


«Ε.Ε.»: Υπάρχουν νέοι, που ασχολούνται με το blues στη χώρα μας σα μουσικοί; Αν ναι, ποιά εξέλιξη μπορούν να έχουν σε αυτόν τον τόπο;

Η.Ζ.: Σαφώς, υπάρχουν κάποιοι εξαιρετικά ταλαντούχοι. Το ποιά θα είναι η κατάληξή τους είναι κάτι, που έχει πολλές παραμέτρους, δεν μπορεί κάποιος να το προκαθορίσει. Ο τόπος μας πάντως είναι κατά βάση αφιλόξενος κι ενίοτε σκληρός για τέτοιες περιπτώσεις.

Σ.Ζ.: Υπάρχει μεγάλο ρεύμα και στην επαρχία κι εδώ στην πρωτεύουσα. Έχω συναντήσει πάρα πολύ κόσμο κάθε ηλικίας και νέους. Μέχρι κι ένας συνάδελφος στη δουλειά μεγαλύτερος των σαράντα ετών, μού είπε να τού μάθω κιθάρα (γέλια...), να παίξει blues. Πιστεύω, ότι από αυτή την άποψη πάμε καλά εδώ. Υπάρχει δυναμική, δηλαδή. Ειδικά για τους νέους, μια συμβουλή: Αν θέλουν να ασχοληθούν σοβαρά με κάτι, όχι εδώ. Έξω. Μην δηλώσουν μουσικοί στην Ελλάδα.

Δ.Ι.: Κι ειδικά μουσικοί τού blues...

«Ε.Ε.» Πού μπορούμε να σάς δούμε; Θα δώσετε συναυλίες το καλοκαίρι;

Δ.Ι. (The blues cargo band): Την Παρασκευή 11 Μαΐου παίζουμε σε ένα πολύ ωραίο μαγαζί, το Rockwood, που είναι δίπλα στο Μουσείο στην Πατησίων, στην οδό Βασ. Ηρακλείου 2.

Μετά, παίζουμε στις 26 Μαΐου στο Lazy Club, στη λεωφόρο Πεντέλης 1 στα Βριλήσσια.

Για τον Ιούνιο δεν έχει καθοριστεί ακόμα, μπορείτε πάντως να ενημερώνεστε για τις εμφανίσεις μας στο site μας (bluescargo.gr).

Για το καλοκαίρι προγραμματίζουμε να παίξουμε την Παρασκευή 6 Ιουλίου στο φεστιβάλ Bikes & blues, το οποίο γίνεται στη Χρυσούπολη τής Καβάλας, αλλά ακόμα δεν είναι 100% σίγουρο.

Η.Ζ. (Blues wire): Κάθε μήνα περίπου έχουμε ένα πρόγραμμα εμφανίσεων, το οποίο ποικίλλει ανά περιόδους. Κατά κανόνα οι ημερομηνίες των συναυλιών μας αναρτώνται στη σελίδα μας στο διαδίκτυο (blueswire.gr).




Ελεύθερη Έρευνα
Share on Google Plus

About kalohoritis

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου